πολυνομία

πολυνομία
η
το να υπάρχουν πολλοί νόμοι σε μια χώρα και μάλιστα για τα ίδια θέματα: Η πολυνομία στην εκπαίδευση κάνει δύσκολη την οργάνωσή της.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • πολυνομία — η, Ν η ύπαρξη πολλών νόμων για το ίδιο θέμα ή για θέματα σχετικά, η έλλειψη κωδικοποιημένης νομοθεσίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολύνομος. Η λ. μαρτυρείται από το 1833 στον Ν. Κοριτζά] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”